Επιστήμονες επιβεβαίωσαν τη σύνδεση της ζάχαρης με τον καρκίνο
Μετά από εννιά χρόνια έρευνας μοριακοί βιολόγοι στο Βέλγιο κατέληξαν σε μια πολύ σημαντική διαπίστωση στην έρευνα για τον καρκίνο: ότι η ζάχαρη αφυπνίζει τα καρκινικά κύτταρα και διεγείρει την ανάπτυξη των όγκων.
Τα αποτελέσματα της έρευνας, που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο ακαδημαϊκό περιοδικό Nature Communications, βοηθούν στην εξήγηση ενός αινίγματος που απασχολούσε επί δεκαετίες τους ογκολόγους και μπορούν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην ειδική διατροφή για καρκινοπαθείς.
Τα περισσότερα μη καρκινικά κύτταρα στο σώμα αντλούν την ενέργειά τους από την αερόβια αναπνοή, μια διαδικασία που περιλαμβάνει τη διάσπαση των αφομοιωμένων τροφών σε χρήσιμα, πλούσια σε ενέργεια μόρια μέσω μιας σειράς χημικών διεργασιών που απαιτούν οξυγόνο και στη συνέχεια απελευθερώνουν διοξείδιο του άνθρακα ως υποπροϊόν.
Αλλά όχι τα καρκινικά κύτταρα. Ακόμη και όταν είναι διαθέσιμο άφθονο οξυγόνο για τη διάσπαση της γλυκόζης και της χρήσης της ως καυσίμου, τα καρκινικά κύτταρα λαμβάνουν ενέργεια από την ζύμωση ζάχαρης, η οποία έχει χαμηλότερη ενεργειακή απόδοση από τις κανονικές χημικές αντιδράσεις που χρησιμοποιούν τα κύτταρα. Πρόκειται για το λεγόμενο «φαινόμενο Warburg».
Οι ερευνητές εστίασαν στον τρόπο που οι καρκινικοί όγκοι μετατρέπουν σημαντικά υψηλότερες ποσότητες ζάχαρης σε γαλακτικό οξύ σε σύγκριση με τους υγιείς ιστούς. Αυτή η διεργασία είναι ένα από τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά των καρκινικών κυττάρων.
Ο Johan Thevelein καθηγητής του Katholieke Universiteit Leuven λέει: «Η έρευνά μας αποκαλύπτει το πώς η αυξημένη κατανάλωση ζάχαρης από τα καρκινικά κύτταρα οδηγεί σε έναν φαύλο κύκλο. Αυτός είναι η διαρκής διέγερση των όγκων που οδηγεί σε νέους όγκους. Αυτή η αλυσιδωτή διεργασία οδηγεί στην ανάπτυξη του καρκίνου. Καταφέραμε να εξηγήσουμε την συσχέτιση μεταξύ του φαινομένου Warburg και της επιθετικότητας του καρκίνου. Αυτή η σχέση που έχει η ζάχαρη και ο καρκίνος επιφέρει σοβαρές συνέπειες. Τα αποτελέσματά μας αποτελούν τη βάση για μελλοντική έρευνα στον τομέα αυτό. Η επόμενη έρευνα μπορεί, πλέον, να πραγματοποιηθεί με πολύ πιο ακριβή και σχετική εστίαση».